Το κυστοειδές οίδημα της ωχράς κηλίδας , εμφανίζεται ως αποτέλεσμα νόσου, τραύματος ή σπανιότερα, χειρουργικής επέμβασης των ματιών. Το υγρό συλλέγεται μέσα στα στρώματα της ωχράς κηλίδας, προκαλώντας το θάμβος και την παραμόρφωση της κεντρικής όρασης. Το οίδημα της ωχράς σπάνια προκαλεί μια μόνιμη απώλεια της όρασης.
Κυστοειδές οίδημα της ωχράς κηλίδας
Η αποκατάσταση της όρασης είναι συχνά μια αργή, βαθμιαία διαδικασία. Η πλειοψηφία των ασθενών ανακτά την όραση του σε 2 έως 15 μήνες, με τη βοήθεια θεραπείας ή και όχι.
Σε αυτήν την αμφιβληστροειδική φωτογραφία, το οίδημα είναι τα κιτρινωπά σημεία (βέλος) στην ωχρά κηλίδα.
Το κυστοειδές οίδημα της ωχράς, είναι πολύ δύσκολο να ανιχνευθεί κατά τη διάρκεια μιας στερεότυπης εξέτασης. Η διάγνωση είναι συχνά βασισμένη στα συμπτώματα του ασθενή αλλά και σε μια ειδική εξέταση, τη Φλουοροαγγειογραφία.
Το OCT αποτελεί μια νέα μη επεμβατική διαγνωστική τεχνική που τεκμηριώνει απόλυτα την ύπαρξη του οιδήματος.
Η πρώτη γραμμή θεραπείας για το κυστοειδές οίδημα της ωχράς είναι συνήθως οι αντιφλεγμονώδεις σταγόνες.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, το φάρμακο εγχέεται κοντά στο πίσω μέρος του ματιού για μια συγκεντρωμένη δράση. Φάρμακα από το στόμα χορηγούνται συχνά για συνεργική δράση με τις σταγόνες.
Τα τελευταία χρόνια ενδοβολβικές ενέσεις κορτιζόνης (Triamsinolone) προσφέρουν θεαματικά αποτελέσματα σε πρόσφατα κυστικά οιδήματα της ωχράς κηλίδας.
Επίσης ενδοβολβικές ενέσεις αντινεοαγγειακών παραγόντων έχουν καλά θεραπευτικά αποτελέσματα. (AVASTIN, MACUGEN, LUCENTIS).